Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

Ο καστανάς και τα κάστανα


Σε μια εργασία-ορόσημο της σύγχρονης αστυνομικής επιστήμης, ο Egon Bittner είχε συμπυκνώσει την ουσία της δουλειάς του αστυνομικού γράφοντας πως αυτή τελικά αφορά σε καταστάσεις και περιστατικά της κοινωνικής ζωής, τα οποία κατά κάποιο τρόπο "δεν θα έπρεπε να συμβαίνουν και για τα οποία κάποιος πρέπει να κάνει κάτι τώρα!" Η φράση αυτή γύριζε στο μυαλό μου καθώς παρακολουθούσα τη συζήτηση για το περιστατικό της 11ης Δεκεμβρίου στη Θεσσαλονίκη, με πρωταγωνιστή έναν καστανά και την αστυνομία. Αναμφίβολα η έκταση της δημοσιότητας έδειχνε πως είχε αυτή η ιστορία κάποια ιδιαίτερη σημασία, η οποία υπερέβαινε το γεγονός καθαυτό, αλλά οι όροι της αντιπαράθεσης που προέκυψε κάθε άλλο παρά οδηγούσαν σε χρήσιμα συμπεράσματα. Το ερώτημά μου ήταν, τι είχε να πει αυτή η ιστορία για τη δουλειά και το ρόλο της αστυνομίας, αλλά και για τη σχέση της με τους πολίτες, με βάση το παραπάνω κριτήριο;

Ο καστανάς, λοιπόν, πουλούσε κάστανα στην πλατεία Αριστοτέλους, αλλά δεν είχε άδεια. Αυτό, σύμφωνα με το νόμο, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι μηνών.  Στην πλατεία, σύμφωνα με την αστυνομία, υπήρχαν αστυνομικοί γιατί βρισκόταν σε εξέλιξη επιχείρηση για τον έλεγχο του παρεμπορίου αλλά και λόγω της χριστουγεννιάτικης εκδήλωσης. Δύο αστυνομικοί (της ομάδας Ζ) προσέγγισαν τον καστανά, έπειτα από καταγγελία πολίτη. Αυτός άρχισε να φωνάζει κι επειδή φαίνεται ότι ο έλεγχος προκάλεσε την περιέργεια ή ίσως και την αντίδραση των παριστάμενων, κι άλλοι αστυνομικοί (της ομάδας ΔΙΑΣ, όπως φαίνεται) πήγαν να συνδράμουν τους συναδέλφους τους.

Η λεκτική ένταση συνεχίστηκε. Οι αστυνομικοί επιχείρησαν να συλλάβουν τον καστανά: αυτός, σύμφωνα με τη δήλωση του αστυνομικού που συμμετείχε στη σύλληψη, αρνήθηκε να τους ακολουθήσει στο αστυνομικό τμήμα. Άρχισε να φωνάζει και όταν αυτοί προσπάθησαν να τον ηρεμήσουν, άρχισε να τους πετάει κάστανα. Ή, σύμφωνα με το δημοσίευμα που έφερε στη δημοσιότητα το περιστατικό, οι αστυνομικοί επιχείρησαν να μετακινήσουν το καρότσι, κι έτσι έπεσαν τα κάστανα κάτω στο πεζοδρόμιο. Στη συνέχεια ήρθε και ένας γερανός της αστυνομίας και ένα περιπολικό (ή δύο).

Μέσα σε όλα αυτά, ο εξηντάχρονος καστανάς λιποθύμησε. Μια γυναίκα προσπάθησε να του βάλει "ένα μπουφάν προσκεφάλι" και οι αστυνομικοί κάλεσαν ασθενοφόρο. Του δόθηκαν οι πρώτες βοήθειες επι τόπου και στη συνέχεια δέχτηκε να προσαχθεί στο αστυνομικό τμήμα. Το περιστατικό όμως αναδύθηκε στο διαδίκτυο. Τα (σόσιαλ) μίντια αγανάκτησαν λόγω του υπερβολικού αριθμού των αστυνομικών και της φύσης του περιστατικού, με το γενικό σκεπτικό ότι "στην Ελλάδα του Τσίπρα και του Καμμένου αφήνουν στο απυρόβλητο μεγαλοκαρχαρίες και εφοπλιστές και καταδικάζουν βιοπαλαιστές".

Κι έτσι το περιστατικό έλαβε πανελλήνιες διαστάσεις. Ο ίδιος ο καστανάς σε συνέντευξή του ανέφερε ότι πολλοί από τους πλανόδιους πωλητές δεν έχουν άδεια και κατήγγειλε το δήμαρχο ότι παραχωρεί τις άδειας επιλεκτικά "σε δικούς του". Ο δήμαρχος κατήγγειλε τον καστανά για θεατρινισμό και εξήγησε ότι η άδεια δεν μπορούσε να ανανεωθεί επειδή ο καστανάς οφείλει σε ασφαλιστικό ταμείο και εφορία. Ακόμη και ο πρωθυπουργός, σύμφωνα με δημοσιεύματα, επικοινώνησε με τον υπουργό προστασίας του πολίτη για να ζητήσει ενημέρωση για τις "περιπτώσεις ελέγχων όπου υπάρχει η αίσθηση υπερβάλλοντος ζήλου από την πλευρά των οργάνων τάξης".

Θέση όμως πήραν και οι αστυνομικοί: σε τηλεοπτική συνέντευξη, ο πρόεδρος της τοπικής ένωσης  μίλησε για προσπάθεια "να στραφεί η κοινωνία κατά της αστυνομίας" και "να στοχοποιηθεί ο αστυνομικός που κάνει σωστά τη δουλειά του". Αστυνομικοί της ΔΙΑΣ σχολίασαν το επεισόδιο στο facebook λέγοντας πως "ο αστυνομικός οφείλει να επιβάλει αυτό που η συλλογική θέληση του λαού μας, εκφρασμένη μέσα από την νομοθετική διαδικασία των αντιπροσώπων του έχει καταρτίσει. Από όσο έχει δείξει η Ομάδα ΔΙΑΣ, η συντριπτική πλειοψηφία των αστυνομικών εφαρμόζει τον νόμο το ίδιο, προς πάσα κατεύθυνση και προς κάθε πολίτη ... Η δικαιοσύνη είναι που πρέπει να αποφασίζει και να δείχνει την επιείκεια όπου χρειάζεται και όχι ο αστυνομικός..." (η έμφαση στο πρωτότυπο).

Ποιά ήταν η συνέχεια της υπόθεσης; Ο καστανάς καταδικάστηκε σε φυλάκιση έξι μηνών με τριετή αναστολή για την άσκηση πλανόδιου εμπορίου χωρίς άδεια, και αθωώθηκε για την κατηγορία της απείθειας από το αυτόφωρο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης. Άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος. Σύμφωνα με δηλώσεις αστυνομικών, ο καστανάς είχε ξαναλιποθυμήσει σε παλαιότερο έλεγχο, όταν πουλούσε καλαμπόκι, βραχιολάκια και άλλα είδη. Την επόμενη μέρα βγήκε και πάλι στο κέντρο της Θεσσαλονίκης με τον πάγκο του, και δήλωσε σε δημοσιογράφους ότι θα συναντιόνταν με τον δήμαρχο για να ρυθμίσει το θέμα της άδειάς του.

Άρα;  Όσο περισσότερο προσπαθούσα να βρω και να συνδέσω τα κομμάτια της ιστορίας, τόσο περισσότερο σκεφτόμουν πως αυτό που την έκανε την ιστορία αυτή πανελλήνια είδηση και άναψε τα αίματα των σχολιαστών ήταν ο συμβολισμός ενός αδιεξόδου. Μπροστά σε ένα αδιέξοδο, πολλές φορές αντιδρά κανείς με σύγχυση, κι έτσι έγινε κι αυτή τη φορά. Υπάρχει στη χώρα μας μια κατάχρηση της ιδέας της αστυνομίας, αλλά και της  ιδέας της νομιμότητας. Οι λόγοι είναι σύνθετοι, αλλά αυτό που έχει περισσότερη σημασία είναι ότι βρισκόμαστε σε ένα σημείο που ούτε αστυνομία ούτε νομιμότητα σημαίνουν πολλά πράγματα. Ο φαύλος κύκλος ξεκινάει από την ιδέα μιας νομιμότητας, η οποία είναι εθισμένη στην ποινικοποίηση και συνεχίζει με την ιδέα πως η δουλειά της αστυνομίας αφορά κυρίως την ποινική καταστολή.

Αν όμως είναι αλήθεια πως η δουλειά της αστυνομίας έχει να κάνει με καταστάσεις που "δεν θα έπρεπε να συμβαίνουν και για τις οποίες κάποιος πρέπει να κάνει κάτι τώρα", τότε η  δουλειά της αστυνομίας έχει να κάνει πρώτιστα με την διαφύλαξη της ειρήνης, της ομαλής λειτουργίας της καθημερινής ζωής. Το παραπάνω κριτήριο, λοιπόν, αφορά και τον προσδιορισμό ενός καλώς εννοούμενου επαγγελματισμού του αστυνομικού, αλλά και συνοψίζει και τους όρους υπό τους οποίους οι πολίτες θα θεωρούσαν ανεπιφύλακτα πρέπουσα και αναγκαία την επέμβαση της αστυνομίας. Ο επαγγελματισμός στην αστυνομική εργασία έχει να κάνει με την κινητοποίηση επιλυτικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων μπροστά σε καταστάσεις που οι πολίτες αισθάνονται απροστάτευτοι ή ανήμποροι να αντιδράσουν. Το σύνολο της επιστημονικής μελέτης της αστυνομίας μας διαβεβαιώνει ότι οι αστυνομικοί είναι συνήθως κακοί ποινικολόγοι, αλλά μπορούν να είναι εξαιρετικοί "επαγγελματίες της τάξης", όταν εκπαίδευση και οργανωσιακά συστήματα τους δίνουν τα εφόδια και την δυνατότητα να λειτουργούν έτσι. Έτσι, απολαμβάνουν μεγαλύτερη αποδοχή και την εκτίμηση των πολιτών.

Αυτό στη χώρα μας δεν γίνεται, ούτε τα σχετικά ερωτήματα έχουν τεθεί ποτέ με ειλικρίνεια και νηφαλιότητα. Γι'αυτό και η προσπάθεια των κριτικών σχολιαστών να καυτηριάσουν την ταξική μεροληψία της αστυνομίας μου φάνηκε τόσο κωμική, όσο απελπισμένη μου φάνηκε και η προσπάθεια των αστυνομικών να υπερασπιστούν την αξία της ισονομίας με βάση αυτό το επεισόδιο. Η πράξη του βιοπαλαιστή καστανά δεν διατάραξε καμία κανονικότητα, η οποία θα δικαιολογούσε την επέμβαση της αστυνομίας. Αυτός παρανόμησε και ενδεχομένως θα συνεχίσει να το κάνει, αντιλαμβανόμενος σωστά ότι τελικά και ο νόμος αντιλαμβάνεται τη δραστηριότητά του και τη σχετική αδειοδότηση ως μια μορφή ελεημοσύνης—αφήνοντας όμως τις "λεπτομέρειες" στις τοπικές αρχές. Αν αυτά είναι έτσι, ποιός είναι ο λόγος για να αποτελεί η έλλειψη της άδειας πλημμέλημα; Ποιός είναι ο λόγος για να αναλώνονται αυτές οι ειδικές μονάδες της αστυνομίας σε τυπικούς αγορανομικούς ελέγχους; Ποιός είναι ο λόγος για να κινητοποιείται η ποινική δικαιοσύνη, αφού τελικά ούτε η πρόληψη ούτε η καταστολή της δραστηριότητας δεν εξυπηρετείται;

Με άλλα λόγια, η ζωή συνεχίστηκε με το τίμημα μιας αλόγιστης σπατάλης υλικών, ψυχικών και ηθικών πόρων. Είναι αυτή η κανονικότητα που με οδηγεί να σκεφτώ πως το μόνο χρήσιμο δίδαγμα από αυτή την ιστορία είναι ότι δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε συμβεί, γιατί, απλούστατα, δεν είναι ο ρόλος της αστυνομίας να εμπλέκεται σε τέτοια καθήκοντα. Υπήρχε ο καστανάς, αλλά δεν υπήρχαν κάστανα, για να βγούν από τη φωτιά.