Γιατί

Σημειώσεις για την αστυνομία και την αστυνόμευση (και, κάποιες φορές, και για "κάτι δικά μου"…)


Πριν από λίγο καιρό, σε μια ιστοσελίδα που δημοσιεύει  ειδήσεις και απόψεις σχετικά με την αστυνομία αναδημοσιεύτηκε ένα κείμενο που είχα γράψει για τον εκδημοκρατισμό της αστυνομίας. Αυτό ήταν ένα θέμα που με απασχόλησε ιδιαίτερα το περασμένο διάστημα, ιδίως σε σχέση με την Ελλάδα και τη δυναμική για μια προοδευτική μεταρρύθμιση που δημιούργησαν οι εκλογές του Ιανουαρίου του 2015. Δύο αναγνώστες της ιστοσελίδας εκείνης μου έκαναν την τιμή να σχολιάσουν το κείμενό μου: ο ένας, αντιλαμβανόμενος σωστά ότι έγραφα από μια αριστερή οπτική, μου ευχήθηκε καλό κατευόδιο στο σοσιαλιστικό παράδεισο της Βόρειας Κορέας, θεωρώντας πως αυτά που έγραφα είναι «ουτοπίες και παραμύθια», αφού μόνο καπιταλισμός υπάρχει και μετακαπιταλιστική κοινωνία δεν υπάρχει. Ο δεύτερος, συμπληρώνοντας με ένα υπέροχο, κατά τη γνώμη μου, τρόπο τον πρώτο, με στόλισε με το χαρακτηρισμό «ψεκασμένος» γιατί, λέει, πώς μπορεί να είναι επίκαιρο το θέμα του εκδημοκρατισμού, αφού στην Ελλάδα ζούμε «χρεοκοπίες, πολιτική αστάθεια, μνημόνια, περικοπές, φτωχοποίηση, μεταναστευτικό, τρομοκρατία, ασφαλιστικό, διάλυση υπηρεσιών και μέσων στην αστυνομία, φόροι, χαράτσια» κλπ;

Η πρώτη σκέψη μου ήταν ότι οι σχολιαστές μου ούτε είχαν διαβάσει το κείμενό μου ούτε προβληματίστηκαν για το τι θα μπορούσε να σημαίνει ο «εκδημοκρατισμός της αστυνομίας» στον τίτλο του άρθρου. Η αλήθεια είναι πως δεν είδα κάτι στα σχόλιά τους, το οποίο να με πείθει ότι ασχολήθηκαν σοβαρά με τα όσα έγραφα. Υπάρχει όμως και η εξίσου ισχυρή πιθανότητα να διάβασαν πράγματι το κείμενο και να το απέρριψαν επί της αρχής και με συνοπτικές διαδικασίες. Ίσως λοιπόν το κείμενό μου να μην μπορούσε να τους βοηθήσει να συνδέσουν αυτά που έγραψα εγώ με τις καταστάσεις που τους ταλαιπωρούν και τους εξοργίζουν.

Όπως και να’χει, όλα αυτά δείχνουν την ύπαρξη ενός διπλού προβλήματος. Από τη μια πλευρά, ο φανατισμός, η προκατάληψη, ο θυμός χαρακτηρίζουν, νομίζω, σε ένα μεγάλο βαθμό το πώς διεξάγεται η ευρύτερη δημόσια συζήτηση για τα σημαντικά και τα λιγότερο σημαντικά θέματα στην Ελλάδα. Κι όχι άδικα: πως αλλιώς μπορεί να αντιδράσει ο μέσος πολίτης, όταν, κάτω από την αφόρητη πίεση των καθημερινών, άμεσων, δικών του προβλημάτων, αισθάνεται παγιδευμένος σε μια σκληρή και αδιέξοδη πραγματικότητα; Κι από την άλλη, πόσο πραγματικά βοηθάνε με την πρακτική και το λόγο τους οι περισσότεροι απ’όσους θα μπορούσαν ή θα όφειλαν να βοηθήσουν τη σκέψη και την πράξη του μέσου συμπολίτη μας; Δεν ζούμε σε μια εποχή που οι δημοσιολογούντες έχουν καταστεί αδιάφοροι ή και ύποπτοι ακόμα; Αλλά ας μη μιλήσω για άλλους: πόσο πραγματικά τους βοήθησα εγώ να καταλάβουν ότι μιλούσα ακριβώς για μια κάποια διέξοδο από τα προβλήματα που βαραίνουν στη σκέψη τους;

Χαρακτηριστικό παράδειγμα της κατάστασης αυτής νομίζω ότι κάποιος μπορεί να βρεί σε σχέση με τα θέματα, με τα οποία εγώ ασχολούμαι επαγγελματικά ως εγκληματολόγος: την εγκληματικότητα, την παραβατικότητα, την αστυνόμευση, την ασφάλεια. Στο επίπεδο της καθημερινής ζωής και της καθημερινής δημόσιας συζήτησης συναντάει κανείς τόσο μεγάλα και πραγματικά προβλήματα, όσο εκκωφαντικές είναι οι ανταλλαγές κραυγών και αφορισμών γι’αυτά. Μια τέτοια κατάσταση θέτει θεμελιώδη ερωτήματα για τον εγκληματολόγο, ιδίως κάποιον που έχει την ευχέρεια (αλλά και το βάσανο) να παρακολουθεί αυτή την κατάσταση από μια κάποια απόσταση.

Τι νόημα έχει ο εγκληματολογικός λόγος αν δεν μπορεί να απευθυνθεί με απλότητα, σαφήνεια και πειστικότητα προς εκείνους που έχουν την τελική ευθύνη της απόφασης για τα ζητήματα αυτά—τους συμπολίτες μας; Κι από την άλλη, ακόμη κι αν κανείς αναγνωρίζει πως η συγκρότηση της δημόσιας εξουσίας στη χώρα μας έχει ως ειδική συνέπεια τη διατήρηση του λαού σε μια κατάσταση μόνιμη συσκότισης και σύγχυσης για τα θέματα της παραβατικότητας και της ασφάλειας, ως την αναγκαία άλλη όψη του «ανορθολογισμού» των κατασταλτικών μηχανισμών και των πολιτικών ασφάλειας που παράγονται από αυτούς, μπορεί ο προοδευτικός εγκληματολόγος να οχυρώνεται πίσω από την ομορφιά  των ιδεών και των θεωρητικών σχημάτων;

Έτσι λοιπόν πήρα την απόφαση να ξεκινήσω το μπλογκ αυτό, αναγνωρίζοντας και τα όρια του τι μπορώ να κάνω από μια τέτοια θέση. Η πρόθεσή μου είναι να σχολιάζω σε τακτική βάση επίκαιρα ή άλλα ενδιαφέροντα θέματα που έχουν σχέση ιδίως με την οργάνωση και τη λειτουργία της αστυνομίας και της αστυνόμευσης, συνδέοντάς τα, όταν χρειάζεται, και με την  επιστημονική γνώση που διεθνώς υπάρχει σε σχέση με αυτά. Προφανώς οι αναρτήσεις μου δεν μπορεί κι ούτε θα πρέπει να έχουν τον ίδιο χαρακτήρα και την ίδια έκταση με την πανεπιστημιακή μου δουλειά. Αυτό που θέλω και μπορώ να προσφέρω από εδώ είναι μια τεκμηριωμένη γνώμη από μια προοδευτική και κριτική σκοπιά. Κι αυτό που θα ήθελα σε βάθος χρόνου να δημιουργήσω εδώ είναι ένας χώρος προβληματισμού και διαλόγου.

Το όνομα, «Ζήτημα Τάξης», συμπυκνώνει τις τρεις διαστάσεις της οπτικής από την οποία θα προσπαθήσω να σχολιάζω την επικαιρότητα: ζήτημα τάξης, αφού θα πρόκειται για σχολιασμό ζητημάτων αστυνομίας και αστυνόμευσης· ζήτημα τάξης, αφού η αστυνομία και η αστυνόμευση δεν έχουν ουδέτερο και τεχνικό χαρακτήρα, αλλά συμπυκνώνουν και καθορίζουν το χαρακτήρα συνολικά του συστήματος εξουσίας σε μια κοινωνία διαιρεμένη σε τάξεις· ζήτημα τάξης, τέλος, γιατί οι κραυγές και οι αφορισμοί δεν μπορεί και δεν πρέπει να εκτοπίζουν και να καταπνίγουν την τεκμηριωμένη γνώμη και το διάλογο.

Όλα αυτά δεν σημαίνουν βέβαια ότι μερικές φορές δεν θα θέλω απλά να γκρινιάξω.

Οι αναρτήσεις είναι ανοιχτές για συζήτηση, αφού αυτό είναι το νόημα του όλου πράγματος, και η πρόθεσή μου είναι να μπαίνω στη συζήτηση, εφόσον προκύπτει. Ίσως χρειαστεί να λογοκρίνω σχόλια τα οποία στο σύνολό τους αποτελούν εκφάνσεις καθαρής κακίας ή καθαρής βλακείας, αλλά βέβαια ελπίζω πως όλα τα σχόλια και οι σκέψεις των αναγνωστών θα καταχωρούνται αυτούσια όπως κατατέθηκαν. Για τις προσφωνήσεις, με λένε Γιώργο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σκέψεις; Σχόλια;